σπερμογονία

σπερμογονία
η, Ν
βλ. σπερματογονία.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • σκωριομύκητες — Μύκητες που συγκροτούν την τάξη των ουρεδινωδών (βασιδιομύκητες) και οι οποίοι προκαλούν τις σοβαρές ασθένειες των φυτών, τις γνωστές ως σκωριάσεις. Ο κύκλος της ανάπτυξης των σ. είναι περίπλοκος: από τα τελευτοσπόρια, που σχηματίζονται στους… …   Dictionary of Greek

  • σπερματογονία — και σπερμογονία, η, Ν [σπερματογόνος / σπερμογόνος] βιολ. η σπερματογένεση …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”